Η χώρα διέρχεται μια βαθύτατη κρίση, σαφώς τη μεγαλύτερη των τελευταίων 35 χρόνων μετά τη μεταπολίτευση του 1975. Κι ακόμα δεν έχουμε φτάσει στον πάτο.
Όλες ανεξαίρετα οι υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις, χωρίς καμμιά διάθεση εξίσωσής τους, καθώς και των στελεχών τους, αδυνατούν να δώσουν διέξοδο.
Πρώτο, γιατί οι τωρινές συνθήκες είναι πιό δύσκολες από κάθε άλλη φορά.
Δεύτερο, γιατί οι όποιες πρωτοβουλίες και λύσεις απαιτούν νέες ιδέες και συνθέσεις, ανταποκρινόμενες σε καινούργια δεδομένα.
Τρίτο, γιατί τα κόμματα είναι δέσμια συλλογικών αυτοαναπαραγωγικών, μικροπολιτικών και μικροκομματικών στρατηγικών ή και προσωπικών στρατηγικών στελεχών τους.
Τέταρτο, γιατί είναι δέσμια φαντασιακών ιδεοληψιών.
Πέμπτο, γιατί τα περισσότερα στελέχη τους είναι, εδώ και πολλά χρόνια αποκομμένα από την πραγματική ζωή, δέσμια, ανεξάρτητα από τις προθέσεις τους, των παραμορφωτικών εσωκομματικών κατόπτρων.
Σε τέλμα δεν βρίσκονται μόνο οι πολιτικές δυνάμεις, αλλά στη συντριπτική τους πλειοψηφία και οι πολίτες, ανεξάρτητα από την κοινωνικοοικονομική τους θέση, το μορφωτικό τους επίπεδο και τις πεποιθήσεις τους. Ζαλισμένοι κι αυτοί μπροστά στις καινούργιες συνθήκες ζωής, δίχως να ξέρουν πως να τις διαχειριστούν. Επιρρεασμένοι από μια κουλτούρα τυφλής δογματικής ιδιώτευσης, που κυριάρχησε τα τελευταία χρόνια, η οποία αντικατέστησε μια προηγούμενη περίοδο τυφλής δογματικής συλλογικότητας. Εξαρτημένοι μέχρι τώρα, γιατί αυτό εκ των πραγμάτων αποδυναμώνεται, από τα κόμματα είτε λόγω οικονομικών συμφερόντων, είτε λόγω οπαδικής στράτευσης.
Το ατομικό και συλλογικό κοινωνικό και πολιτικό αδιέξοδο βρίσκει «διέξοδο» επιτείνοντας το αδιέξοδο, σε μια παραζάλη ατομικότητας, δογματισμού και φανατισμού, εντάσεων και συγκρούσεων. Έχουμε παράδοση ως λαός σε αυτό. Παράδοση που έχει ενισχυθεί κατά κόρον από το διαίρει και βασίλευε ξένων μεγάλων δυνάμεων. Παράδοση που διαιωνίζεται σήμερα από τα ΜΜΕ. Ο κάθε ένας μας και η κάθε μία μας τα ξέρει όλα, όλοι οι άλλοι φταίνε εκτός από μας και είναι και ηλίθιοι. Το «διαφωνώ» πριν καν ακούσεις τι λέει ο άλλος, έχει γίνει εθνικό μοτίβο. Η επιθυμία σύνθεσης είναι καθολικά απούσα, όπως και της πράξης. Βαδίζουμε συλλογικά στον κατήφορο, αισθανόμενοι ατομικά δικαιωμένοι.
.......................
Υπάρχουν στη χώρα πολλοί πολίτες, κάθε ηλικίας και κάθε επαγγέλματος, που δεν θέλουν να «τ' αρπάξουν», να γίνουν χαλίφηδες στη θέση του χαλίφη. Που δεν είναι ούτε θέλουν νάναι οπαδοί. Που ανησυχούν και θα ήθελαν να ζούν μέσα σε ένα πιό αρμονικό, δημιουργικό, δίκαιο κοινωνικό περιβάλλον. Που δεν έχουν εμφυλιοπολεμική διάθεση, δεν τα ρίχουν μόνο στους άλλους, συναισθάνονται και τη δική τους ευθύνη. Αυτοί οι πολίτες αν και είναι πολλοί, εν δυνάμει ακόμα πιο πολλοί, έχουν δυσανάλογα μικρή δημόσια φωνή. Δεν τους «παίζουν» ούτε τα ΜΜΕ ούτε τα κόμματα. Και οι ίδιοι είναι ταλαντευόμενοι, επηρεάζονται από το γενικότερο δημόσιο κλίμα. Κατακερματισμένοι, συγχυσμένοι, αμήχανοι, συχνά ιδιωτεύοντες αλλά και οι ίδιοι ανταγωνιστικά δογματίζοντες.
Η ενωτική κοινωνική και πολιτική δραστηριοποίηση του μεγαλύτερου δυνατού αριθμού τέτοιων πολιτών και προ πάντων των δίκαια εξεγερμένων νέων, με δημιουργική, αφανάτιστη, συνεργατική διάθεση και αίσθηση συνευθύνης, είναι η μόνη ελπίδα για μια μεγάλη στροφή, που έχει ανάγκη η χώρα.
Στροφή επανίδρυσης του κράτους, πολιτισμικής και πολιτικής αναγέννησης της κοινωνίας. Πως αλλιώς; Μακριά από ρεμούλες και λαμογιές. Από εξουσιομανία και διάθεση αλληλοεξόντωσης. Από ανούσιες κοκορομαχίες, κάθετες διαφωνίες και οριζόντιες απραξίες. Από δημαγωγίες, αφορισμούς, προχειρότητες, επιρρήψεις των ευθυνών πάντα στους άλλους.
Δημήτρης Κουμάνταρος
Ολοκληρο το κειμενο-επιστολη στο μπλογκ Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΚΑΝΕΝΑ ΚΑΘΕΝΑ http://kanenaskathenas.wordpress.com/.