Ποσο λετε η Γη ακόμη να μας αντεξει???
"Δεν είναι ο άνθρωπος εκπληκτικό ζώο;....
Ντάβιντ Κόατες "Η βιομηχανική φάρμα του γερο Μακντόναλν"
Ο φύλαρχος Τουιάβιι, από το νησί Τιαβέα-Σαμόα, αφηγειται στον λαο του τις εμπειριες του, με τον λευκο "πολιτισμενο" ανθρωπο και την σχεση του με τον χρονο, μετά από ένα ταξίδι του στην Ευρώπη στις αρχές του 20ου αιώνα.
Ως Παπαλάνγκι αναφέρεται ο λευκός, ο ξένος, ο Ευρωπαίος, ο σύγχρονος άνθρωπος.
...Ο Παπαλάνγκι αγαπάει πολύ το στρογγυλό μέταλλο και το βαρύ χαρτί, όμως αγαπάει και αυτό που δεν πιάνεται και που όμως υπάρχει - το χρόνο.
Κάνει πολύ φασαρία και λέει πολλές ανοησίες γι ' αυτόν. Παρόλο που ο χρόνος ποτέ δεν είναι περισσότερος απ' όσο χωράει στο διάστημα μεταξύ ανατολής και δύσης του ήλιου, για τον Παπαλάνγκι ποτέ δεν είναι αρκετός.
Ο Παπαλάνγκι είναι μόνιμα δυσαρεστημένος μέ το χρόνο του και κατηγορεί το μεγάλο Πνεύμα που δεν του έχει δώσει περισσότερο. Βλαστημάει μάλιστα το θεό και τη μεγάλη του σοφία, χωρίζοντας και κατα- κομματιάζοντας κάθε νέα μέρα σύμφωνα μ' ένα ορισμένο σχέδιο. Τον κατακόβει ακριβώς όπως όταν κόβουμε εμείς μ' ένα μεγάλο σουγιά σταυρωτά μιά μαλακιά καρύδα. Όλα τα κομμάτια έχουν τ' όνομά τους: δευτερόλεπτο, λεπτό, ώρα. Το δευτερόλεπτο είναι μικρότερο από το λεπτό κι αυτό μικρότερο από την ώρα' όλα μαζί κάνουν την ώρα και θα πρέπει κανείς να έχει εξήντα λεπτά και πολύ περισσότερα ακόμη δευτερόλεπτα για να έχει τόσα όσα και μια ώρα.
Αυτό είναι μια μπερδεμένη υπόθεση, που ποτέ δεν καλοκατάλαβα, γιατί μ' αηδιάζει να ξοδεύω περισσότερες σκέψεις απ' όσες είναι απαραίτητες για τέτοια αηδιαστικα πράγματα. Ο Παπαλάνγκι όμως τάχει κάνει επιστήμη. Οι άντρες, οι γυναίκες και ακόμη και τα παιδιά, που μόλις μπορούν και στέκονται όρθια, φοράν στο πανί τους, δεμένη με χοντρή μετάλλινη αλυσίδα και κρεμασμένη στο λαιμό ή δεμένη με ένα λουρί στον καρπό του χεριού, μια μικρή, επίπεδη στρογγυλή μηχανή, απ' όπου μπορούν να διαβάζουν το χρόνο.
Αυτό το διάβασμα δεν είναι εύκολο. Κάνουν εξάσκηση με τα παιδιά, κρατώντας τη μηχανή στ' αυτί τους, ώστε να τους γεννηθεί η επιθυμία να μάθουν να διαβάζουν το χρόνο. Μιά τέτοια μηχανή, που μπορεί κανείς εύκολα να τη σηκώσει πάνω σε δύο δάχτυλα, είναι μέσα στην κοιλιά της όμοια με τις μηχανές στην κοιλιά των μεγάλων πλοίων, που όλοι σας γνωρίζετε. Υπάρχουν όμως και μεγάλες και βαριές χρονομηχανές. Αυτές βρίσκονται στο εσωτερικό της καλύβας ή κρέμονται στην πιό ψηλή κορφή του σπιτιού για να φαίνονται από πολύ μακριά. Όταν έχει περάσει ένα μέρος του χρόνου, αυτό το δείχνουν κάτι μικρά δάχτυλα στην εξωτερική πλευρά της μηχανής, ενώ ταυτόχρονα αυτή κράζει ένα πνεύμα και χτυπάει πάνω στο σίδερο μέσα στην καρδιά της. Ένα τρομερό βουητό και σαματάς ακούγεται σε μια ευρωπαϊκή πόλη όταν ένα μέρος του χρόνου έχει περάσει.
Όταν ο Παπαλάνγκι ακούει αυτόν το χρονοθόρυβο, παραπονιέται:
Αυτό ποτέ δεν το κατάλαβα, σκέφτομαι μόνο ότι θα είναι μια βαριά αρρώστια.
Υπάρχουν Παπαλάνγκι που ισχυρίζονται ότι ποτέ δεν έχουν χρόνο. Τριγυρνάν ζαβλακωμένοι εδώ κι εκεί σαν να τους έχει καβαλήσει ο Αιτού και όπου και να πάνε κάνουν σαν να τους βρήκε καταστροφή και όλεθρος, επειδή έχασαν το χρόνο τους. Αυτή η μανία είναι μια φριχτη κατάσταση, μια αρρώστια, που κανένας γιατρός δεν μπορεί να γιατρέψει, που μεταδίδεται σε πολλούς ανθρώπους και τούς εξαθλιώνει.
Επειδή ο κάθε Παπαλάνγκι διακατέχεται από το φόβο για το χρόνο του, ξέρει πάντα με μεγάλη ακρίβεια, και όχι μόνο κάθε άντρας, αλλά και κάθε γυναίκα και κάθε μικρό παιδί, πόσες ανατολές της σελήνης και του ήλιου έχουν περάσει από τότε που πρωταντίκρυσε το μεγάλο φώς. Αυτό μάλιστα παίζει ένα τόσο μεγάλο ρόλο, ώστε να γιορτάζεται με λουλούδια και με μεγάλα φαγοπότια κάθε φορά που έχει περάσει ένα ορισμένο, ίσο με τ' άλλα, χρονικό διάστημα.
Πόσων χρονών, σημαίνει πόσα φεγγάρια έχει ζήσει κανείς. Αυτό το μέτρημα και το ψάξιμο είναι γεμάτο κινδύνους, γιατί έτσι οι άνθρωποι μάθανε πόσα φεγγάρια διαρκεί συνήθως η ζωή τους. Ο καθένας λοιπόν προσέχει τώρα πάρα πολύ, κι όταν έχουν περάσει πολλά φεγγάρια, λέει:
Στην Ευρώπη λίγοι μόνο άνθρωποι υπάρχουν που πραγματικά έχουν χρόνο. Ίσως και κανένας.
Έχω δεί έναν άντρα που το κεφάλι του κόντευε να σπάσει, που στριφογύριζε τα μάτια του κι άνοιγε το στόμα του σαν ψάρι που πεθαίνει, που είχε γίνει κοκκινοπράσινος και χτυπιόταν με χέρια και με πόδια, μόνο και μόνο επειδή ο υπηρέτης του ήρθε μιάν ανάσα αργότερα απ' ότι είχε υποσχεθεί. Η ανάσα ήταν γι 'αυτόν μεγάλη απώλεια, που δεν σήκωνε συγγνώμη. Ο υπηρέτης εξαναγκάστηκε να φύγει απο τήν καλύβα του, ο Παπαλάνγκι τον έδιωχνε, φωνάζοντας:
Μόνο μιά και μοναδική φορά συνάντησα κάποιον άνθρωπο που είχε πολύ χρόνο, που δεν παραπονιότανε ποτέ ότι του λειπει. Αυτός όμως ήταν φτωχος, βρώμικος και περιφρονημένος. Οι άνθρωποι απόφευγαν να περάσουν από δίπλα του και κανένας δεν τον πρόσεχε. Εγώ δεν καταλάβαινα αυτή τη συμπεριφορά, γιατί το βάδισμά του ήταν χωρίς βιασύνη και τα μάτια του είχαν ένα ήρεμο, φιλικό χαμόγελο. Όταν τον ρώτησα, το πρόσωπο του συσπάστηκε και είπε θλιμμένα:
Ο Παπαλάνγκι ξοδεύει όλη του τη δύναμη και στρέφει όλες του τις σκέψεις στο πως θά μπορέσει να κάνει το χρόνο όσο το δυνατό πιό ταχύ. Χρησιμοποιεί το νερό και τη φωτιά, τη θύελλα και τις αστραπές του ουρανού για να σταματήσει το χρόνο. Βάζει σιδερένιους τροχούς κάτω από τα πόδια του και δίνει στα λόγια του φτερά γιά να 'χει περισσότερο χρονο.
Πιστεύω ότι ο χρόνος ξεγλιστρά από τα χέρια του σαν το φίδι στην υγρή παλάμη, ακριβώς επειδή τον κρατά πολύ σφιχτά, δεν τον αφήνει να συνέλθει. Τον κυνηγά πάντα με απλωμένα χέρια, δεν τον αφήνει να ησυχάσει, να ξαπλωθεί στον ήλιο. Θέλει ο χρόνος να 'ναι πάντα κοντά του, τον θέλει να τραγουδά και να μιλά. Ο χρόνος όμως είναι σιωπηλός και ειρηνικός και αγαπά την ησυχία και το άραγμα στο στρώμα. Ο Παπαλάνγκι δεν έχει καταλάβει τι είναι ο χρόνος, δεν τον έχει αντιληφθεί σωστά και γι ' αυτό τον κακοποιεί με τις ωμές του συνήθειες...