.
Ο αλήτης (από το αλάομαι)
Ο αλήτης (από το αλάομαι)
είναι ο περιθωριακός τύπος, ο περιπλανώμενος, ο πλάνητας, ο περιφερόμενος, αυτός που περιθέει στο περιθώριο.
Περιθέω σημαίνει περιτρέχω και αλήτης είναι αυτός που πορεύεται ολόγυρα, τρέχει ολόγυρα για να έχει συνολική θέα.
Το περι-θώριον είναι το περι- θεώριον, το θεωρείον, δηλαδή τόπος για θέα, του απαιτητικού θεατή που από αγάπη για την γνώση, περιθέει και θεωρεί από όλες τις πλευρές, από όλες τις οπτικές γωνιές, τα δρώμενα, ικανοποιώντας έτσι τις θεωρητικές του ανάγκες στην κοινωνία.
Ο περι-θέων, όμως, στο περι-θώριο, επειδή έχει "θράσος" να θεωρεί, για να διαμορφώνει τη δική του, την προσωπική του άποψη, αρνούμενος πίστη στα από καθ' έδρας θέσφατα (από το θεός + φημί, που σημαίνει λέγω) στα "θέσφατα παλαίφατα" του Ομήρου, στα θεόρρητα, στα παλαιά θεία λόγια που διακηρύσσουν διάφοροι θεόπεμπτοι τιτλούχοι από την έδρα τους, χαρακτηρίζεται, κυρίως απ' αυτούς, ως άνθρωπος του περιθωρίου, περιθωριακός και αλήτης.
Αυτό όμως είναι άδικο, γλωσσικά τουλάχιστον. Στα χρόνια του Ομήρου, τον βετεράνο της Τροίας, τον τυχοδιώκτη, αυτόν που άλωνε από εδώ και από εκεί, τον έλεγαν οι τότε θεόπεμπτοι Fάνακες, Άνακτες, Βασιλείς, Διοτρεφείς, αφρήτρορα (από το στερητικό α + φρήτρη, που είναι η φατρία), επειδή δεν κράταγε από σόι, από γνωστή ηρωική γενιά, και ανέστιο, χωρίς εστία, χωρίς δικό του σπίτι και γι' αυτό αθεμίστιο [Θέμις (από το τίθημι, απ' όπου ο θεσμός), είναι η προστάτιδα θεά της νομιμότητας και θεμιστεύω πάει να πεί δικάζω, κρίνω και χρησμοδοτώ άνθρωπο άνομο, ασεβή, άδικο και ανίερο.
Ο αλήτης πλανάται "θεωρίης είνεκεν" για να δει τι γίνεται στα πέριξ. Δεν μένει απλανής, αλητεύει ικανοποιώντας έτσι τις θεωρητικές του ανάγκες.
Άλη λέγεται η περιπλάνηση του αλήτη, περιπλάνηση χωρίς εστία, χωρίς ελπίδα, χωρίς φόβο.
Ακόμα άλη ονομάζεται η περιπλάνηση του πνεύματος, η θεία περιφορά του πνεύματος, η αλή-θεια, την οποία ο Πλάτων στον Κρατύλο παρετυμολογεί απ' αυτή τη θεία περιφορά του νου, τη Θεία άλη. Ο αλήτης θεωρεί ζητώντας την αλήθεια.
Περιθέω σημαίνει περιτρέχω και αλήτης είναι αυτός που πορεύεται ολόγυρα, τρέχει ολόγυρα για να έχει συνολική θέα.
Το περι-θώριον είναι το περι- θεώριον, το θεωρείον, δηλαδή τόπος για θέα, του απαιτητικού θεατή που από αγάπη για την γνώση, περιθέει και θεωρεί από όλες τις πλευρές, από όλες τις οπτικές γωνιές, τα δρώμενα, ικανοποιώντας έτσι τις θεωρητικές του ανάγκες στην κοινωνία.
Ο περι-θέων, όμως, στο περι-θώριο, επειδή έχει "θράσος" να θεωρεί, για να διαμορφώνει τη δική του, την προσωπική του άποψη, αρνούμενος πίστη στα από καθ' έδρας θέσφατα (από το θεός + φημί, που σημαίνει λέγω) στα "θέσφατα παλαίφατα" του Ομήρου, στα θεόρρητα, στα παλαιά θεία λόγια που διακηρύσσουν διάφοροι θεόπεμπτοι τιτλούχοι από την έδρα τους, χαρακτηρίζεται, κυρίως απ' αυτούς, ως άνθρωπος του περιθωρίου, περιθωριακός και αλήτης.
Αυτό όμως είναι άδικο, γλωσσικά τουλάχιστον. Στα χρόνια του Ομήρου, τον βετεράνο της Τροίας, τον τυχοδιώκτη, αυτόν που άλωνε από εδώ και από εκεί, τον έλεγαν οι τότε θεόπεμπτοι Fάνακες, Άνακτες, Βασιλείς, Διοτρεφείς, αφρήτρορα (από το στερητικό α + φρήτρη, που είναι η φατρία), επειδή δεν κράταγε από σόι, από γνωστή ηρωική γενιά, και ανέστιο, χωρίς εστία, χωρίς δικό του σπίτι και γι' αυτό αθεμίστιο [Θέμις (από το τίθημι, απ' όπου ο θεσμός), είναι η προστάτιδα θεά της νομιμότητας και θεμιστεύω πάει να πεί δικάζω, κρίνω και χρησμοδοτώ άνθρωπο άνομο, ασεβή, άδικο και ανίερο.
Ο αλήτης πλανάται "θεωρίης είνεκεν" για να δει τι γίνεται στα πέριξ. Δεν μένει απλανής, αλητεύει ικανοποιώντας έτσι τις θεωρητικές του ανάγκες.
Άλη λέγεται η περιπλάνηση του αλήτη, περιπλάνηση χωρίς εστία, χωρίς ελπίδα, χωρίς φόβο.
Ακόμα άλη ονομάζεται η περιπλάνηση του πνεύματος, η θεία περιφορά του πνεύματος, η αλή-θεια, την οποία ο Πλάτων στον Κρατύλο παρετυμολογεί απ' αυτή τη θεία περιφορά του νου, τη Θεία άλη. Ο αλήτης θεωρεί ζητώντας την αλήθεια.