Σ ’ένα αστυνομικο-εγκληματικο Μεσαίωνα, ένστολοι επιδίδονται στο «ευγενές άθλημα» της κακοποίησης ή της δολοφονίας ανυπεράσπιστων πολιτών ή κρατούμενων, ποδοπατωντας ατιμώρητα τις κατακτήσεις του πολιτισμού.
Η δολοφονία της ελπίδας είναι χειρότερη και από την δολοφονία των ατόμων. Πιστεύουμε σε μια Ελλάδα ελευθερίας και όχι κρατικής βίας, σεβασμού και όχι φόβου.Όμως σήμερα το να είσαι ζωντανός είναι περιπέτεια, το να σκέφτεσαι είναι αμαρτία. Είμαστε εξόριστοι μέσα στην ίδια μας τη χώρα. Και όλα αυτά η «προοδευτική» δικτατορία του αίσχους μας τα εμφανίζει ως «πρόοδο», «εκσυγχρονισμό» και «πολιτισμό».
Ζούμε τον αδυσώπητο πόλεμο με τη δικτατορία του «τίποτα» Η «νέα αξία» αυτής της δικτατορίας του αίσχους είναι:
Να μη βλέπεις, να μην ακούς, να μη μιλάς, να είσαι αστυνόμος αυτών που σκέφτονται…και αν δεν σου καθονται καλα στο ματι , ριχνεις στο ψαχνο…
Να μη βλέπεις, να μην ακούς, να μη μιλάς, να είσαι αστυνόμος αυτών που σκέφτονται…και αν δεν σου καθονται καλα στο ματι , ριχνεις στο ψαχνο…
Οργανα του Κρατους δολοφονουν ενα παιδι... Η κρατική τρομοκρατία δολοφονεί! Δολοφονοι με στολη.
"όταν οι μπάτσοι σκοτώσουν τα παιδιά σας, τότε θα βγείτε απ΄τα κλουβιά σας".
"Έσπασε η τζαμαρία της Δημοκρατίας"..
" θανασιμο τραύμα στην λειτουργία του κράτους Δικαίου"...
ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΔΕΝ ΕΚΦΡΑΖΟΝΤΑΙ ΜΕ ΜΟΛΟΤΩΦ , ΟΥΤΕ ΜΕ ΣΦΑΙΡΕΣ.
ΈΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΑΚΟΥΡΓΗΜΑΤΙΚΗ Η ΠΡΑΞΗ ΟΣΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΥΝ ΠΕΡΙΟΥΣΙΕΣ ΤΩΝ ΑΘΩΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ
ΜΕ ΤΟ ΝΑ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΟΥΝ ΟΜΩΣ ΚΑΠΟΙΟΙ ΑΝΕΓΚΕΦΑΛΟΙ, ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΕΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΜΕΡΟΚΑΜΑΤΙΑΡΗΔΩΝ...ΔΕΝ ΧΤΥΠΟΥΝ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ.
Η μόνη πραγματική αντίδραση είναι η μαζική κάθοδος στο δρόμο των πολιτών, για να διαμαρτυρηθούν για τη δολοφονία. Έτσι θα μπει φραγμός στα οποιαδήποτε σχέδια του -κατασταλτικού- κράτους και του παρακράτους των κουκουλοφόρων.
"ΑΠΟΔΟΤΕ ΑΥΤΗ ΩΣ ΚΑΙ ΑΥΤΗ ΑΠΕΔΩΚΕ ΚΑΙ ΔΙΠΛΩΣΑΤΕ ΑΥΤΗ ΔΙΠΛΑ ΚΑΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ ΑΥΤΗΣ…
ΕΝ ΤΩ ΠΟΤΗΡΙΩ Ω ΕΚΕΡΑΣΕ, ΚΕΡΑΣΑΤΕ ΑΥΤΗ ΔΙΠΛΟΥΝ."
Καινής Διαθήκη (Αποκάλυψις, κεφάλαιο18. στίχος 6)
Καινής Διαθήκη (Αποκάλυψις, κεφάλαιο18. στίχος 6)
« Οι ηθικοι αυτουργοι του περιστατικου που εγινε χθες δεν ειναι οι αστυνομικοι ,αλλα ολο το συστημα που αναλογα με τα συμφεροντα του κρατους -κοινωνιας που ζουμε πραττει αναλογα τη μια σαν μπαμπουλας και την αλλη σαν τηλεοπτικος δεικτης επιβολης γκεπελικης σκεψης...
Το Σύνταγμα της Ελλάδας ορίζει ότι όλοι είναι ίσοι απέναντι στο Νόμο. Όταν κάποιοι είναι «πιο ίσοι» ώστε να δολοφονούν ατιμωρητί, τότε το Σύνταγμα καταλύεται με τη βία και οι Έλληνες υποχρεούνται, όπως αυτό ορίζει, να το υπερασπίζονται με κάθε μέσο.
Γι’ αυτό, το παραμύθι περί «αναρχικών» και «αντιεξουσιαστών» τελειώνει εδώ. Όλοι οι δημοκρατικοί πολίτες περιμένουν να αποδοθεί δικαιοσύνη ως αν ο δράστης δεν ήταν ένστολος. Και αν, ως είθισται, αυτό δεν συμβεί, τότε η αντίδραση δεν είναι «περιθώριο», είναι δημοκρατικό καθήκον».
«Αθήνα που μιλάς για Επανάσταση,
Αθήνα σχολική παράσταση,
Αθήνα δολοφόνων αθωωμένων,
Αθήνα των ξεπουλημένων».
«Οταν μια κυβέρνηση, που στο μόνο που φρόντισε να γίνεται καλύτερη και πιο αποτελεσματική είναι στην εξέλιξη των μεθόδων διασπάθισης του δημοσίου χρήματος και της δημόσιας περιουσίας, Οταν η αστυνομια φρουρει τους απατεωνες και λωποδυτες που θα επρεπε να βρισκονται φυλακη, οταν ο κοσμος ειναι εξαθλειωμενος γιατι ανικανοι ανθρωποι ανεπαγγελτοι διαφεντευουν τη μοιρα μας , τοτε είναι φυσικο επομενο ενα παιδι 16 χρονων να δολοφονηθει, επειδη ειχε τοση οργη μεσα του ωστε να προσπαθησει να «χτυπησει» αυτους που θεωρει "εχθρους"».
«Το κράτος μάς ξεγεννά. Μας νταντεύει. Μας μαθαίνει τα πρώτα μας παιχνίδια και τα πρώτα μας γραμματάκια. Μας σπουδάζει. Μας κάνει άντρες [τα περισσότερα αγόρια και λίγα κορίτσια].
Μας προσλαμβάνει και μας μισθοδοτεί. Μας παντρεύει. Μας νοσηλεύει. Μας γηροκομεί. Μας θάβει.
Μας τρέφει, Τρέφεται από μας , μας σκοτώνει… Και μας “προστατεύει” από τους δεκαεξάχρονους…»
» Το Κράτος ως θεσμός έχει ξοφλήσει. Το “νταβατζηλίκι” [προστασία] που πουλούσε εδώ και χιλιετίες στους υπηκόους του, ούτε καν στα λόγια δεν μπορεί σήμερα να το υπερασπιστεί. Κι ένα Κράτος που όχι μόνον δεν υπερασπίζεται τα συμφέροντα των υπηκόων του, αλλά στρέφεται σαφέστατα πια εναντίον τους, είναι ξοφλημένο.
» Το Κράτος ως θεσμός έχει ξοφλήσει. Το “νταβατζηλίκι” [προστασία] που πουλούσε εδώ και χιλιετίες στους υπηκόους του, ούτε καν στα λόγια δεν μπορεί σήμερα να το υπερασπιστεί. Κι ένα Κράτος που όχι μόνον δεν υπερασπίζεται τα συμφέροντα των υπηκόων του, αλλά στρέφεται σαφέστατα πια εναντίον τους, είναι ξοφλημένο.
Ή αυτό θα μας εξοντώσει, ή εμείς θα το στείλουμε στα αζήτητα της ιστορίας. Ας βρούμε άλλους τρόπους να οργανώσουμε την κοινωνία μας, τη ζωή μας… Το πώς θα το κάνουμε θα το βρούμε. Διότι το δίλημμα που αντιμετωπίζει σήμερα ο κόσμος είναι: “Ή Αυτοί ή Εμείς”. Όλα τα υπόλοιπα είναι για τις ψιττακειάδες και για όσους έχουν συμφέροντα από τη διατήρηση του Παλαιού Καθεστώτος [κάτι τράπεζες, κάτι κρατικοί μηχανισμοί, κάτι επίσημες θρησκείες και πάει λέγοντας...] «
«Μιλανε για εφαρμογη των Νομων... εκεινοι που τους επικαλουνται για να δολοφονουν μικρα παιδια εν ψυχρω, μεσα στο κεντρο της Αθηνας, χωρις κανεναν ηθικο ενδοιασμο, στο ονομα της Δημοσιας Ασφαλειας και της Κοινης Ειρηνης. Η Κυβερνηση δεν επρεπε να ειναι κατοπιν εορτης αποφασισμενη να εφαρμοσει το νομο, δηλαδη να κανει σωστα και συνειδητοποιημενα τη δουλεια της... επρεπε να ηταν ετοιμη εξ'αρχης. Πολιτικες δηλωσεις, χωρις κανενα νοημα και ουσια, πανω απο το αταφο πτωμα ενος 16χρονου παιδιου, που επεσε νεκρο εν καιρο ειρηνης απο σφαιρες της Ελληνικης Αστυνομιας...εκτος απο βλακωδεις ειναι και περα για περα προκλητικες».
«Τα επεισόδια γίνονται απλά για εκτόνωση, και γυρνάνε μπούμερανγκ εις βάρος... του απλού πολίτη, και σίγουρα δε φταίει η περιουσία κανενός, άμα ο άλλος που το παίζει ιδεολόγος του κώλου δεν έχει δουλέψει ποτέ για να αποκτήσει ό,τι έχει. Τελικα, αφορμή ζητάνε μερικοί να τα σπάσουν, και αυτό απέχει πολύ από το να τιμήσουν την μνήμη του νεκρού Αλέξη».
ΤΙ ΦΤΑΙΕΙ Ο ΠΟΛΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΔΥΟ ΗΛΙΘΙΩΝ ΚΑΙ ΨΥΧΙΚΑ ΔΙΑΤΑΡΑΓΜΕΝΩΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ?
"Δεν ειναι απλά τελικά ανίκανοι ειναι και επικίνδυνοι. Τους βλέπεις στην συνέντευξη Τύπου χωρίς συναίσθηση της πραγματικότητας. Θύμιζαν παρθένους μοναχούς. Έχουν πολλά κοινά άλλωστε. Επανίδρυσαν το κράτος καταλύοντάς το. Δημιούργησαν την εγκληματική ψευδαίσθηση της παντοδυναμιας σε στερημένους μικροαστούς που υποδύονται στον ελεύθερο τους χρόνο τους ''ρόμποκοπ" μόνο και μόνο για να μπορούν να στήνουν τις μεγαλύτερες κομπίνες που έχουν στηθεί μεταπολιτευτικά".
"Δεν ειναι ο φόβος του ''κακού μπάτσου'' που αναβιώνει, θέτοντας στην πυρά δίκαιους και αδίκους, τίμιους και απατεώνες αστυνομικούς. Ειναι η τραγική ανικάνοτητα μιας κυβέρνησης όχι να επανιδρυσει του κράτος αλλά να συγκρατηθεί απο την ανίκητη απο οτι φαίνεται και καταστροφική της ανικάνοτητα.
Θα ήταν πολιτικά αντιμετωπίσιμο αν ήταν δεξιοί , ειναι τραγικό όταν συνειδητοποιείς ότι ειναι ανίκανοι και αριβίστες. Δεν ειναι απλά ο χειρότερος συνδυασμός, ειναι και ο πιο επικίνδυνος. Το περιστατικο στα Εξάρχεια, μέσα σε ολη του την τραγικότητα, ανέδειξε μια κοινωνία διχασμένη, πληγωμένη και χωρίς κανένα συνεκτικο ιστό. Γιατί μια κοινωνία που ωθεί ενα 16χρόνο να μεταβληθεί σε αυτοκαστροφικό αντάρτη πόλης για να ξεφύγει απο την πιθανή του απόγνωση και μια πολιτεία που στέλνει σε περιπολίες ανεκπαίδευτους πιτσιρικάδες των 700 ευρώ, δεν ειναι μια άρρωστη κοινωνία ή μια ανεπαρκης πολιτεία, ειναι μια σαπισμένη κοινωνία και μια επικίνδυνη πολιτεία".
Το ξέρουμε πολύ καλά:
Το μίσος για τη χυδαιότητα
παραμορφώνει το πρόσωπο
η αγανάκτηση για την αδικία
βραχνιάζει τη φωνή.
Αλίμονο εμείς,
Που θέλαμε ν’ ανοίξουμε το δρόμο της φιλίας
Δεν καταφέραμε να είμαστε οι ίδιοι φιλικοί.
Μπέρτολτ Μπρεχτ
Αστυνομική κτηνωδία - ο μετασχηματισμός της εγκληματικότητας σε μηχανισμό εξουσίας
Του Κλεάνθη Γρίβα
**Αυτό το σημείωμα για την αστυνομική βία, αφορά κατ’ αποκλειστικότητα εκείνες τις (ένστολες και μη) ψυχοπαθητικές «προσωπικότητες» που είναι επιρρεπείς στην άσκηση της βίας και αφιερώνεται στους -πάντοτε άνευ διακριτικών- θρασύδειλους (ένστολους και μη) «κυνηγούς κεφαλών» οι οποίοι είθισται να αυθαιρετούν απεριόριστα και εκ του ασφαλούς, εξαιτίας της κάλυψης ή της ανοχής των υπηρεσιακών και πολιτικών τους προϊσταμένων.**
Η βία και η αυθαιρεσία είναι, σ' ένα βαθμό, συνυφασμένες με τη λειτουργία της αστυνομίας σε όλες τις κοινωνίες. Αλλά μόνο στις απολίτιστες κοινωνίες (που κανοναρχούνται από ένα κράτος-πορνείο το οποίο φιλοδοξεί να επαναμεταβληθεί σε κράτος-σφαγείο), η βία και η αυθαιρεσία μπορεί να αποτελούν προβαλλόμενο πρότυπο, θεσμικά επικυρωμένο στοιχείο, εξουσιαστικά καλυπτόμενη και υπηρεσιακά δικαιωμένη συμπεριφορά ενός ειδικού τμήματος των δυνάμεων της «τάξης».
Η βία αποτελεί εγγενές δομικό στοιχείο της αστυνομίας ως κατασταλτικού θεσμού. Και εξαιτίας αυτού, είναι φυσικό να εμφιλοχωρούν σ’ αυτή αρκετές διεστραμμένες ψυχοπαθητικές προσωπικότητες, οι οποίες μπορούν να επιδίδονται ατιμώρητα σε ατομικές και συλλογικές ασκήσεις νεκροφιλίας και θανατολατρείας (έχοντας, πάντοτε, την κάλυψη της «προϊσταμένης αρχής», υπηρεσιακής και πολιτικής, και των συναδέλφων τους).
Αυτές οι ψυχιατρικές περιπτώσεις (οι οποίες διαφεύγουν την ψυχιατρική θεραπεία, επειδή έχουν τη δυνατότητα να εκτονώνουν την κακοήθη επιθετικότητάς τους εναντίων ανυπεράσπιστων πολιτών, εκ του ασφαλούς, υποδυόμενοι τους αστυνομικούς), ανταποκρίνονται σε ένα νέο σωματικό, χαρακτηριοδομικό και συμπεριφορικό τύπο στο εν εξελίξει οργουελιανό «1984»:
• Ένα εξουσιαστικά μεταλλαγμένο ζόμπι, που η ύπαρξή του εξαντλείται στα χέρια, τα πόδια, το περίστροφο, το κλομπ, κάποια γεννητικά όργανα (ανύπαρκτης ή αμφίβολης λειτουργικότητας) και έναν απλαστικό εγκέφαλο (ο οποίος διευκολύνει αφάνταστα την επιτέλεση του θεάρεστου λειτουργήματος του βασανιστή).
• Μια διεστραμμένη ψυχοπαθητική προσωπικότητα, ένα φρανκενσταϊνικό μείγμα Παπαχρόνη, Ντάλτον, Νταβέλη και κουτσαβάκη, που προγραμματίζεται εξουσιαστικά για να εκδηλώνει μια ανεξέλεγκτη καταστρεπτική επιθετικότητα και να δηλώνει ξεδιάντροπα με χίλιους τρόπους ότι (αυτό, το διανοητικά υπολειπόμενο ζόμπι) είναι το ευνοούμενο εκτελεστικό όργανο της εξουσίας και έχει εξοπλιστεί με το αποκλειστικό δικαίωμα «να γαμάει και να δέρνει», και αντιστρόφως.
• Ένα αποκρουστικό ανθρωποειδές (που η εμφάνισή του και μόνο, θίγει την αισθητική και προσβάλλει την αξιοπρέπεια κάθε πολιτισμένου ανθρώπου), το οποίο, με την αλαζονεία, τις κουτσαβάκικες κινήσεις, το ηλίθιο βλέμμα και τον πρωτόγονο λόγο του, εκτοξεύει εναντίον της κοινωνίας την αφόρητη χυδαιότητα, το απύθμενο κενό, την τρομακτική βαρβαρότητα και το καταχθόνιο ψυχοδιανοητικό του σύμπαν.
Συνεπώς, όσοι ένστολοι και μη επιδίδονται στο «ευγενές άθλημα» της κακοποίησης ή της δολοφονίας ανυπεράσπιστων πολιτών ή κρατούμενων, δεν είναι παρά θρασύδειλα ανθρωποειδή τα οποία χαρακτηρίζονται από ένα πελώριο έλλειμμα ανθρωπιάς, πολιτισμού, μόρφωσης, καλλιέργειας και ευαισθησίας, διακατέχονται από ένα αβυσσαλέο μίσος για οτιδήποτε ξεφεύγει από το στενό τους ορίζοντα, και –με την ύπαρξή τους- κάνουν να διαγράφεται σκοτεινό το μέλλον της κοινωνίας.
Κουκουλοφόρα κτηνωδία
Όταν η αποκρουστικότητα των ενεργειών εκείνων που συγκροτούν τα (άτυπα) Ειδικά Τάγματα Κτηνωδίας, υπερβαίνει ή πρόκειται να υπερβεί τα όρια ανοχής της κοινωνίας, οι φυσικοί αυτουργοί της κτηνωδίας φροντίζουν να καλύψουν τα «πρόσωπά» τους με κουκούλες (με πλήρη κάλυψη των πολιτικών και διοικητικών προϊσταμένων τους). Πράγμα που αφενός καλύπτει την ανωνυμία τους και αφετέρου αποκαλύπτει το επαίσχυντο της δραστηριότητάς τους (την οποία οι ίδιοι επιθυμούν διακαώς ως τοξικομανείς της βίας για όσο μπορεί να επιτελείται εν κρυπτώ και της οποίας την αποκάλυψη φοβούνται αενάως εξαιτίας της απαξίας που εμπεριέχει.
Η χρήση της κουκούλας παραπέμπει συνειρμικά -πάντοτε- στον υπόκοσμο (ληστές τραπεζών, τρένων, κ.α.) και στους συνεργάτες των εκάστοτε κατακτητών μιας χώρας (Ελλάδα, Αλγερία, κ.λ.π.).
Συνεπώς, η υιοθέτηση από την αστυνομία της κουκούλας (δηλαδή, η οικειοποίηση ενός συμβόλου που ήταν πάντοτε σήμα κατατεθέν της εγκληματικότητας από την αστυνομία), σημειολογικά υποδηλώνει ότι η αστυνομία εγκληματοποιείται.
Παραφράζοντας ελαφρά τον Μισέλ Φουκό, μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι:
«Η σχεδόν μυθική σπουδαιότητα που αποκτάει ο κουκουλοφόρος αστυνομικός οφείλεται στο γεγονός ότι η εγκληματικότητα, στο πρόσωπο του πάνοπλου μπάτσου που καλύπτει το πρόσωπό του με μια κουκούλα, απέκτησε φανερά τη διφορούμενη κατάσταση του αντικειμένου και του οργάνου ενός αστυνομικού συστήματος που την καταπολεμά και ταυτόχρονα συνεργάζεται μαζί της.
Ο κουκουλοφόρος αστυνομικός σημειώνει τη στιγμή που η εγκληματικότητα, διαχωρισμένη από τις άλλες παρανομίες, εντάσσεται στην εξουσία και αντιστρέφεται. Είναι η εποχή όπου πραγματοποιείται η άμεση θεσμική διασύνδεση της αστυνομίας και της εγκληματικότητας.
Συγκλονιστική στιγμή όπου η εγκληματικότητα μετατρέπεται σε μηχανισμό της εξουσίας... Τέλος με τη σαιξπηρική εποχή, όπου η εξουσία ταυτίζεται με τη φρίκη σε ένα και το αυτό πρόσωπο. Θ' αρχίσει σε λίγο το καθημερινό μελόδραμα της αστυνομικής ισχύος και της συνενοχής του εγκλήματος με την εξουσία». (Μισέλ Φουκό, Επιτήρηση και Τιμωρία, σ. 372).
Οι κουκουλοφόροι αστυνομικοί που υιοθετούν τις ενδυματολογικές «προτιμήσεις» των εγκληματιών δήθεν αντιπάλων τους, με την αποκρουστική βιαιότητα της συμπεριφοράς τους, πλήττουν καίρια την ανθρωπιά, τις δημοκρατικές ευαισθησίες, την ηθική και την αισθητική μας, και αποκαλύπτουν σ’ ολόκληρη την κοινωνία το καταχθόνιο ψυχοδιανοητικό τους σύμπαν, την προφανή χυδαιότητα και την απύθμενη βαρβαρότητα της ύπαρξής τους, με μια πρωτοφανή επίδειξη του θρασύδειλου «τσαμπουκά» τους που καλύπτεται από τους διαχειριστές της εξουσίας.
Η φιλμογράφηση της κτηνωδίας
Ενίοτε, η βαρβαρότητα αυτή τυχαίνει να φιλμογραφείται με αποτέλεσμα να προβάλλεται δημόσια η ανατριχιαστική κακοποίηση πολιτών από ανώμαλους κουκουλοφόρους και να εισβάλλει στα σπίτια μας μια ομάδα ανθρωπόμορφων τεράτων που υποδύονται τους αστυνομικούς, οι οποίοι (καλυπτόμενοι πίσω από την ανυπαρξία οποιουδήποτε διακριτικού που θα μπορούσε να φανερώσει την ταυτότητά τους) πρωταγωνιστούν σ’ ένα έργο με τίτλο «η αποθέωση της αστυνομικής βαρβαρότητας», που προβάλλεται όλο και πιο συχνά.
Κάθε φορά που τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων προβάλλουν τα άτυπα Ειδικά Τάγματα Κτηνωδίας επί το έργο, μια ομάδα ανθρωποειδών που χαρακτηρίζονται από ένα πελώριο έλλειμμα ανθρωπιάς, πολιτισμού, μόρφωσης, καλλιέργειας, και ευαισθησίας και διακατέχονται από ένα αβυσσαλέο μίσος για οτιδήποτε ξεφεύγει από τον σωληνοειδή διανοητικό τους ορίζοντα, μπορούν να φτύνουν και να ποδοπατούν ατιμώρητα τις κατακτήσεις του πολιτισμού και να σκιαγραφούν το μέλλον του αστυνομικο-εγκληματικού Μεσαίωνα που επιφυλάσσουν στην κοινωνία οι διαχειριστές της εξουσίας.
Πεδίο σύγκρουσης και, συγχρόνως, αντικείμενο νομής από τους εκάστοτε διαχειριστές της εξουσίας, το κράτος στη χώρα των Γραικών και των Γραικύλων, θεωρείται όχι σαν ένας θεσμός συνέχειας που η λειτουργία του διέπεται από κάποιους γενικά αποδεκτούς και σχετικά σταθερούς κανόνες (όπως συμβαίνει στις σύγχρονες φιλελεύθερες-ολιγαρχικές κοινωνίες) αλλά ως αποκλειστικό φέουδο των εκάστοτε διαχειριστών του.
Σε κάθε κρατικό μόρφωμα, η αστυνομία αποτελεί έναν εξαιρετικά ευαίσθητο «μακρύ βραχίονα» της εξουσίας, απέναντι στον οποίο οι επαγγελματίες πολιτικοί κρατούν μια αμφιθυμική στάση: Ως αντιπολίτευση προσπαθούν να περιορίσουν τις δραστηριότητές της στα πλαίσια του νόμου, ενώ ως κυβέρνηση διακηρύσσουν την ανάγκη της υπέρβασης αυτών των ορίων στο όνομα της προστασίας της κοινωνίας από κάποιο, συνήθως φανταστικό ή κατασκευασμένο, κίνδυνο.
«Το κράτος είναι οι αστυνομικοί» (μου), (δηλαδή Εγώ), αποφαίνονται οι εκάστοτε διαχειριστές της εξουσίας, αποδεικνύοντας ότι η διαχείριση της εξουσίας ήταν και παραμένει υπόθεση του μίστερ Χάϊντ και όχι του δόκτορα Τζέκιλ.
Μ’ άλλα λόγια, η εξουσία βρίσκεται συγχρόνως στην άκρη του πιστολιού και στον πυρήνα της σχιζοφρένειας. Συνεπώς, η κατοχή του πιστολιού και η εξουσιοφρένεια, είναι αναγκαίες ιδιότητες εκείνων που διεκδικούν και διαχειρίζονται την εξουσία, ασχημονώντας ατιμώρητα σε βάρος όλων μας.
Η αμέλεια ή η αδυναμία κάθε κοινωνίας να επιβάλλει όρια στη φρίκη που συνεπάγεται κάθε αυθαίρετη άσκηση της εξουσίας, την καταδικάζει να ζήσει τη φρίκη χωρίς όρια του οργουελιανού «1984» που, δυστυχώς, δικαιώνεται ασταμάτητα.